Η Καινή Διαθήκη (Μεταγλώττιση) - Автор неизвестен (книга читать онлайн бесплатно без регистрации .TXT) 📗
Κεφάλαιον 8
1 Καμιά λοιπόν καταδίκη δεν υπάρχει τώρα σ’ αυτούς που ζουν ενωμένοι με το Χριστό Ιησού. 2 Γιατί ο νόμος του Πνεύματος της ζωής μέσα στο Χριστό Ιησού σε ελευθέρωσε από το νόμο της αμαρτίας και του θανάτου. 3 Γιατί αυτό που ήταν αδύνατο για το νόμο, στο οποίο ήταν αδύναμος μέσω της σάρκας, ο Θεός το έκανε, αφού έστειλε το δικό του Υιό μέσα σε ομοίωμα αμαρτωλής σάρκας και σχετικά με την αμαρτία, και καταδίκασε την αμαρτία στη σάρκα, 4 για να εκπληρωθεί η δίκαιη απαίτηση του νόμου μέσα σ’ εμάς, οι οποίοι δεν περπατούμε κατά σάρκα αλλά κατά Πνεύμα. 5 Γιατί αυτοί που ζουν κατά σάρκα φρονούν τα πράγματα της σάρκας, ενώ οι κατά Πνεύμα τα πράγματα του Πνεύματος. 6 Επειδή το φρόνημα της σάρκας είναι θάνατος, ενώ το φρόνημα του Πνεύματος είναι ζωή και ειρήνη. 7 Γιατί το φρόνημα της σάρκας είναι έχθρα προς το Θεό, επειδή στο νόμο του Θεού δεν υποτάσσεται, γιατί ούτε δύναται να υποταχτεί. 8 Και αυτοί που ζουν με τη σάρκα δε δύνανται να αρέσουν στο Θεό. 9 Εσείς όμως δε ζείτε με τη σάρκα αλλά με το Πνεύμα, αν βέβαια Πνεύμα Θεού κατοικεί μέσα σας. Αλλά αν κάποιος δεν έχει Πνεύμα Χριστού, αυτός δεν είναι δικός του. 10 Αν όμως ο Χριστός είναι μέσα σας, αφενός το σώμα είναι νεκρό εξαιτίας της αμαρτίας, αφετέρου το πνεύμα είναι ζωή εξαιτίας της δικαίωσης. 11 Αν λοιπόν το Πνεύμα εκείνου που έγειρε τον Ιησού από τους νεκρούς κατοικεί μέσα σας, αυτός που έγειρε το Χριστό από τους νεκρούς θα ζωοποιήσει και τα θνητά σώματά σας μέσω του Πνεύματός του που κατοικεί μέσα σας. 12 Άρα λοιπόν, αδελφοί, είμαστε οφειλέτες όχι στη σάρκα, για να ζούμε κατά σάρκα· 13 γιατί αν ζείτε κατά σάρκα, μέλλετε να πεθάνετε. Αν όμως με το Πνεύμα θανατώνετε τις πράξεις του σώματος, θα ζήσετε. 14 Γιατί όσοι οδηγούνται από το Πνεύμα του Θεού, αυτοί είναι γιοι Θεού. 15 Επειδή δε λάβατε Πνεύμα δουλείας, για να φοβάστε πάλι, αλλά λάβατε Πνεύμα υιοθεσίας με το οποίο φωνάζουμε: «Αββά, Πατέρα». 16 Αυτό το Πνεύμα συμμαρτυρεί με το πνεύμα μας ότι είμαστε τέκνα Θεού. 17 Και αν είμαστε τέκνα του, είμαστε και κληρονόμοι του. Αφενός κληρονόμοι Θεού, αφετέρου συγκληρονόμοι Χριστού, αν βέβαια συμπάσχουμε, για να συνδοξαστούμε και μαζί του.
18 Συλλογίζομαι, πράγματι, ότι δεν είναι άξια τα παθήματα του τωρινού καιρού να συγκριθούν με τη μελλοντική δόξα που θα αποκαλυφτεί σ’ εμάς. 19 Γιατί η σφοδρή επιθυμία της κτίσης είναι ότι περιμένει την αποκάλυψη των γιων του Θεού. 20 Επειδή η κτίση υποτάχτηκε στη ματαιότητα όχι εκούσια, αλλά εξαιτίας αυτού που την υπόταξε, με την ελπίδα 21 ότι και αυτή η κτίση θα ελευθερωθεί από τη δουλεία της φθοράς προς την ελευθερία της δόξας των τέκνων του Θεού. 22 Γιατί ξέρουμε ότι όλη η κτίση συστενάζει και συνωδίνει μέχρι τώρα. 23 Και όχι μόνο αυτή, αλλά και εμείς οι ίδιοι που έχουμε την απαρχή του Πνεύματος, και οι ίδιοι εμείς μέσα μας στενάζουμε περιμένοντας την υιοθεσία, την απολύτρωση του σώματός μας. 24 Γιατί με την ελπίδα σωθήκαμε. Ελπίδα όμως που βλέπεται δεν είναι ελπίδα· γιατί ποιος ελπίζει αυτό που βλέπει; 25 Αν όμως ελπίζουμε αυτό που δε βλέπουμε, το περιμένουμε με υπομονή. 26 Ομοίως, λοιπόν, και το Πνεύμα συμβοηθά στην αδυναμία μας· γιατί το να προσευχηθούμε κάτι, καθώς πρέπει, δεν ξέρουμε, αλλά αυτό το Πνεύμα μεσιτεύει για χάρη μας με στεναγμούς αλάλητους. 27 Και αυτός που ερευνά τις καρδιές ξέρει ποιο είναι το φρόνημα του Πνεύματος, γιατί μεσιτεύει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού υπέρ των αγίων. 28 Και ξέρουμε ότι σ’ αυτούς που αγαπούν το Θεό τα πάντα συνεργούν στο αγαθό, σ’ αυτούς που είναι κλητοί σύμφωνα με την πρόθεσή του. 29 Επειδή αυτούς που προγνώρισε και τους προόρισε να είναι σύμμορφοι με την εικόνα του Υιού του, για να είναι αυτός πρωτότοκος μεταξύ πολλών αδελφών. 30 Και αυτούς που προόρισε, τούτους και κάλεσε· και αυτούς που κάλεσε, τούτους και δικαίωσε· και αυτούς που δικαίωσε, τούτους και δόξασε.
31 Τι λοιπόν θα πούμε ως προς αυτά; Αν ο Θεός είναι με το μέρος μας, ποιος θα είναι εναντίον μας; 32 Αυτός, βέβαια, που τον ίδιο τον Υιό του δε λυπήθηκε, αλλά για χάρη όλων μας τον παράδωσε, πώς και μαζί μ’ αυτόν δε θα μας χαρίσει τα πάντα; 33 Ποιος θα κατηγορήσει τους εκλεκτούς του Θεού; Ο Θεός είναι που δικαιώνει. 34 Ποιος είναι αυτός που κατακρίνει; Ο Χριστός Ιησούς είναι αυτός που πέθανε, αλλά περισσότερο εγέρθηκε, ο οποίος και είναι στα δεξιά του Θεού, ο οποίος και μεσιτεύει για μας. 35 Ποιος θα μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; Θλίψη ή στενοχώρια ή διωγμός ή λιμός ή γυμνότητα ή κίνδυνος ή μάχαιρα; 36 Καθώς είναι γραμμένο: Για χάρη σου θανατωνόμαστε όλη την ημέρα, λογιστήκαμε σαν πρόβατα σφαγής. 37 Αλλά σ’ όλα αυτά υπερνικούμε μέσω αυτού που μας αγάπησε. 38 Γιατί είμαι πεπεισμένος ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε αρχές ούτε τωρινά ούτε μελλοντικά ούτε δυνάμεις 39 ούτε ύψος ούτε βάθος ούτε κάποιο άλλο κτίσμα θα δυνηθεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού, που είναι μέσα στο Χριστό Ιησού τον Κύριό μας.
Κεφάλαιον 9
1 Αλήθεια λέω με το Χριστό, δεν ψεύδομαι, γιατί συμμαρτυρεί σ’ εμένα και η συνείδησή μου με Πνεύμα Άγιο, 2 ότι έχω μεγάλη λύπη και αδιάλειπτη οδύνη στην καρδιά μου. 3 Θα ευχόμουν μάλιστα εγώ ο ίδιος να είμαι ανάθεμα από το Χριστό υπέρ των αδελφών μου, των συγγενών μου κατά σάρκα, 4 οι οποίοι είναι Ισραηλίτες, στους οποίους ανήκουν η υιοθεσία και η δόξα και οι διαθήκες και η νομοθεσία και η λατρεία και οι υποσχέσεις. 5 Στους οποίους ανήκουν οι πατέρες και από τους οποίους προέρχεται ο Χριστός κατά σάρκα, ο οποίος είναι πάνω σε όλους Θεός ευλογητός στους αιώνες, αμήν. 6 Δε συνέβηκε όμως τέτοιο πράγμα, ότι έχει ξεπέσει ο λόγος του Θεού. Γιατί δεν είναι όλοι όσοι κατάγονται από τον Ισραήλ, αυτοί Ισραηλίτες. 7 Ούτε επειδή είναι σπέρμα του Αβραάμ είναι όλοι τέκνα του, αλλά: Μέσω του Ισαάκ θα κληθούν σ’ εσένα απόγονοι. 8 Τουτέστι δεν είναι τα τέκνα της σάρκας, αυτά τέκνα του Θεού, αλλά τα παιδιά της υπόσχεσης λογίζονται απόγονοι. 9 Γιατί ο λόγος της υπόσχεσης είναι αυτός: Κατά τον καιρό αυτό θα έρθω και θα έχει η Σάρρα γιο. 10 Και όχι μόνο η Σάρρα, αλλά και η Ρεβέκκα συνέλαβε από έναν άντρα έχοντας κοινό κρεβάτι, τον Ισαάκ τον πατέρα μας. 11 Γιατί ενώ ακόμα τα παιδιά δεν είχαν γεννηθεί μήτε είχαν πράξει κάτι καλό ή κακό, για να μένει κατ’ εκλογή η πρόθεση του Θεού 12 όχι από έργα, αλλά από αυτόν που καλεί, της ειπώθηκε ότι ο μεγαλύτερος θα υπηρετήσει ως δούλος στο μικρότερο 13 καθώς είναι γραμμένο: Τον Ιακώβ αγάπησα, τον Ησαύ όμως μίσησα. 14 Τι λοιπόν θα πούμε; Μήπως υπάρχει αδικία στο Θεό; Είθε ποτέ να μη γίνει! 15 Γιατί στο Μωυσή λέει: Θα ελεήσω αυτόν που ελεώ και θα σπλαχνιστώ αυτόν που σπλαχνίζομαι. 16 Άρα, λοιπόν, δεν εξαρτάται από αυτόν που θέλει ούτε από αυτόν που τρέχει, αλλά από το Θεό που ελεεί. 17 Γιατί λέει η Γραφή για το Φαραώ: Γι’ αυτό ακριβώς σε εξύψωσα, για να δείξω με εσένα τη δύναμή μου και για να διαλαληθεί το όνομά μου σε όλη τη γη. 18 Άρα, λοιπόν, όποιον θέλει ελεεί και όποιον θέλει σκληραίνει.